Υπόμνημα κατέθεσε η Πρόεδρος του ΣΒΕ κα Λουκία Σαράντη στον Πρωθυπουργό κ. Κυριάκο Μητσοτάκη
Η σύσκεψη του Πρωθυπουργού κ. Κυριάκου Μητσοτάκη με εκπροσώπους των παραγωγικών φορέων της Βορείου Ελλάδος πραγματοποιήθηκε, με τη συμμετοχή και της Προέδρου του Συνδέσμου Βιομηχανιών Ελλάδος (ΣΒΕ), κας Λουκίας Σαράντη, στην Αίθουσα «Αιμίλιος Ριάδης» του Μεγάρου Μουσικής Θεσσαλονίκης. Εν όψει της ΔΕΘ, παρουσιάστηκαν από τους αρμόδιους Υπουργούς τα έργα που βρίσκονται σε εξέλιξη στην Θεσσαλονίκη καθώς και ο προγραμματισμός ανάπτυξης της Μακεδονίας και της Θράκης.
Στο πλαίσιο της συνάντησης, η κα Σαράντη κατέθεσε υπόμνημα προς τον Πρωθυπουργό, αναδεικνύοντας τον θεμελιώδη ρόλο της βιομηχανίας για την Εθνική Οικονομία, την Κοινωνική Συνοχή και την Περιφερειακή Ανάπτυξη. Όπως τονίστηκε, η ελληνική βιομηχανία συνεισφέρει το 9% του ΑΕΠ, καλύπτει το 72% των εξαγωγών αγαθών και προσφέρει σχεδόν το 25% των θέσεων εργασίας στον ιδιωτικό τομέα, αποτελώντας βασικό πυλώνα για τη βιώσιμη ανάπτυξη της χώρας.
Η παρέμβαση του ΣΒΕ εστίασε στην ανάγκη η χώρα μας να υιοθετήσει πλέον ένα νέο μοντέλο ανάπτυξης, στο οποίο η Βιομηχανία να διαδραματίζει κεντρικό ρόλο. Για να επιτευχθεί αυτό, απαιτείται η διαμόρφωση Εθνικής Βιομηχανικής Στρατηγικής με ορίζοντα δεκαετίας, με διακομματική συναίνεση και συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων, ώστε να δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας και να διασφαλιστούν η στρατηγική αυτονομία, η οικονομική ανθεκτικότητα και η τεχνολογική πρόοδος της πατρίδας μας.
Προς αυτήν την κατεύθυνση, κεντρικό ρόλο μπορούν να διαδραματίσουν στρατηγικοί τομείς: εξαγωγές, ψηφιοποίηση, πράσινες τεχνολογίες, έρευνα και καινοτομία και στρατηγικοί κλάδοι: τρόφιμα – ποτά, δομικά υλικά, αμυντική βιομηχανία.
Στο υπόμνημα καταγράφονται στοχευμένες προτάσεις, ιδίως για τη μείωση του υπερβολικού κόστους ενέργειας που υπονομεύει την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής παραγωγής σε σχέση με άλλες χώρες και τις ελλείψεις ανθρώπινου δυναμικού με κατάλληλες δεξιότητες. Επίσης, υπογραμμίζεται η αναγκαιότητα των σύγχρονων και λειτουργικών υποδομών, όπως και η εντατικοποίηση των διαθρωτικών μεταρρυθμίσεων για τη δημιουργία ενός φιλικότερου περιβάλλοντος για την επιχειρηματικότητα. Παράλληλα, τονίζεται η σημασία της ενίσχυσης και ανάπτυξης της Περιφέρειας με τη δημιουργία συνθηκών και κινήτρων που θα την καθιστούν ελκυστική επιλογή για κατοικία και επιχειρηματική δραστηριοποίηση.
Ο ΣΒΕ κάλεσε την Πολιτεία να λάβει άμεσα δράση και πρότεινε συγκεκριμένα μέτρα για την αντιμετώπιση αυτών των προκλήσεων: Μεταξύ άλλων, αξιοποιώντας ευρωπαϊκά εργαλεία όπως το νέο πλαίσιο κρατικών ενισχύσεων για την Καθαρή Βιομηχανία, διασφαλίζοντας την πρόσβαση στη χρηματοδότηση σε όλους, αντιμετωπίζοντας το δημογραφικό πρόβλημα με ολοκληρωμένες πολιτικές κι εκσυγχρονίζοντας την τεχνική και επαγγελματική εκπαίδευση.
Ακολουθεί το πλήρες κείμενο του Υπομνήματος το οποίο κατατέθηκε στον Πρωθυπουργό κ. Μητσοτάκη.
Η Βιομηχανία αποτελεί θεμέλιο της Εθνικής Οικονομίας,
της Κοινωνικής Συνοχής και της Περιφερειακής Ανάπτυξης

Η βιομηχανία βρίσκεται στην καρδιά κάθε ισχυρής οικονομίας. Η ελληνική βιομηχανία, παρά τις πολλαπλές εξωγενείς κρίσεις που έχει κληθεί να αντιμετωπίσει τα τελευταία χρόνια, έχει αντέξει και συνεχίζει να αποτελεί σταθερό πυλώνα οικονομικής ανάπτυξης και κοινωνικής συνοχής για τη χώρα μας: δημιουργεί το 9% του ΑΕΠ, συμβάλλει στο 72% της αξίας των εξαγωγών αγαθών και προσφέρει σχεδόν 1 στις 4 θέσεις εργασίας του ιδιωτικού τομέα.
Για την Ελλάδα, λοιπόν, η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της βιομηχανικής παραγωγής δεν αποτελεί μόνο ζήτημα οικονομικής ανάπτυξης — είναι ζήτημα εθνικής στρατηγικής σημασίας, κοινωνικής ευημερίας και περιφερειακής ανάπτυξης. Η στήριξη της ελληνικής βιομηχανίας θα πρέπει να αναδειχθεί σε Εθνικό στόχο με διακομματική στήριξη και σαφή πολιτική δέσμευση. Το στοίχημα της ανταγωνιστικότητας περνά από την ενίσχυση της παραγωγικότητας, με επενδύσεις, τεχνολογία και στρατηγικό σχεδιασμό. Η χαμηλή παραγωγικότητα πλήττει την ανταγωνιστικότητα, συμπιέζει τους μισθούς και μειώνει τη δυνατότητα εξαγωγών. Είναι το «σιωπηλό έλλειμμα» που υπονομεύει τη συνολική απόδοση της οικονομίας.
Για να διασφαλιστεί η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής βιομηχανίας σε ένα περιβάλλον ταχύτατων τεχνολογικών αλλαγών, απαιτούνται στοχευμένες πολιτικές και θέσπιση Εθνικής Βιομηχανικής Στρατηγικής – με στρατηγικό σχεδιασμό μακράς πνοής.
- Με 10ετή ορίζοντα, ετήσιους εθνικούς και περιφερειακούς δείκτες και ευθύνη παρακολούθησης από διακομματικό όργανο και με τη συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων.
- Πλαίσιο στήριξης για στρατηγικούς τομείς: εξαγωγές, ψηφιοποίηση, πράσινες τεχνολογίες, έρευνα και καινοτομία και στρατηγικούς κλάδους: τρόφιμα – ποτά, δομικά υλικά, αμυντική βιομηχανία.
Η Εθνική Βιομηχανική Στρατηγική θα συμβάλλει καθοριστικά στη διαμόρφωση του νέου παραγωγικού υποδείγματος, όχι μόνο για να δημιουργήσει θέσεις εργασίας και ΑΕΠ, αλλά για να διασφαλίσει στρατηγική αυτονομία, οικονομική ανθεκτικότητα και τεχνολογική πρόοδο στη χώρα.
Οι 10 βασικές προτεραιότητες για την υλοποίηση του στόχου:
- Μείωση του κόστους παραγωγής, κυρίως ενέργειας, ρυθμιστικών χρεώσεων και μη μισθολογικού κόστους.
- Σταθερό και δίκαιο φορολογικό σύστημα.
- Άρση γραφειοκρατικών και ρυθμιστικών εμπόδιων, που καθυστερούν επενδύσεις και αυξάνουν το κόστος λειτουργίας.
- Αναβάθμιση των δημόσιων μεταφορικών και λιμενικών υποδομών και δικτύων.
- Ενίσχυση δεξιοτήτων του ανθρώπινου δυναμικού, σύνδεση εκπαίδευσης – αγοράς εργασίας.
- Στρατηγική προώθησης της καινοτομίας και της ψηφιοποίησης.
- Ουσιαστική στήριξη της Έρευνας και της Μεταφοράς Τεχνολογίας μεταξύ πανεπιστημίων και επιχειρήσεων.
- Εστίαση επενδυτικών κινήτρων σε προϊόντα υψηλής προστιθέμενης αξίας, και ενίσχυση της συνεργασίας μεταξύ επιχειρήσεων και ερευνητικών ιδρυμάτων.
- Μέτρα επίσπευσης στην απονομή δικαιοσύνης
- Ενίσχυση και ανάπτυξη Περιφέρειας. Δημιουργία συνθηκών και κινήτρων που καθιστούν την περιφέρεια ελκυστική επιλογή για κατοικία και επιχειρηματική δραστηριοποίηση.
Από τα σημαντικά ζητήματα που αναδεικνύονται, ξεχωρίζουν ιδίως τρεις μείζονες προκλήσεις για τη βιώσιμη ενίσχυση της βιομηχανίας: το υψηλό κόστος ενέργειας, οι ελλείψεις σε ανθρώπινο δυναμικό με κατάλληλες δεξιότητες και η ανάγκη για στοχευμένες παραγωγικές επενδύσεις. Πιο αναλυτικά:
1. Η Ανταγωνιστικότητα της Βιομηχανίας υπονομεύεται από το Κόστος Ενέργειας
Με δεδομένο ότι η εγχώρια αγορά ενέργειας είναι μακράν η ακριβότερη στην Ευρώπη, θεωρούμε αυτονόητο ότι η ελληνική κυβέρνηση θα ακολουθήσει το παράδειγμα άλλων Ευρωπαϊκών χωρών και αξιοποιώντας το νέο Πλαίσιο Κρατικών Ενισχύσεων για την Καθαρή Βιομηχανία-CISAF θα εφαρμόσει αντίστοιχα μέτρα μείωσης του ενεργειακού κόστους και στήριξης της προσπάθειας βελτίωσης του ανθρακικού αποτυπώματος στη βιομηχανία μας.
Η διαφύλαξη της ανταγωνιστικότητας της βιομηχανίας, ιδίως τη στιγμή που η υπόλοιπη Ευρώπη στηρίζει τη βιομηχανία της όσον αφορά το ενεργειακό κόστος (ενώ αντιμετωπίζει ούτως ή άλλως μικρότερο πρόβλημα τιμών ενέργειας), είναι ζωτικής σημασίας για την ανάπτυξη, τις εξαγωγές, το εξωτερικό ισοζύγιο και εν τέλει τη δημιουργία ποιοτικών θέσεων εργασίας και τη διαφύλαξη της κοινωνικής συνοχής.
Επισημαίνεται ότι η Ιταλία έχει σχεδιάσει μηχανισμό με τον οποίον «δανείζει», υπό ευνοϊκούς όρους, πράσινη ενέργεια στις βιομηχανίες έντασης για 3 έτη με σταθερή τιμή € 65/MWh. Αντίστοιχα μέτρα στήριξης έχουν ανακοινώσει και άλλες χώρες όπως, πρόσφατα, η Γερμανία και το Βέλγιο.
Τέλος είναι σε όλους γνωστό ότι υφίστανται δυσλειτουργίες στην εγχώρια αγορά ενέργειας, που χρήζουν αντιμετώπισης για να μειωθεί το κόστος. Οι εν λόγω δυσλειτουργίες λαμβάνουν χώρα την ώρα που οι κυβερνήσεις των ευρωπαϊκών χωρών υιοθετούν, η μια μετά την άλλη, μέτρα στήριξης της βιομηχανίας τους, με αιχμή τη μείωση του ενεργειακού κόστους που παραμένει σε όλη την Ευρώπη σημαντικά υψηλότερο από ό,τι στις ΗΠΑ και την Κίνα, υπονομεύοντας την ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής οικονομίας.
ΣΤΟΧΕΥΜΕΝΑ ΜΕΤΡΑ
|
2. Ασυμμετρία Προσφοράς και Ζήτησης Ανθρώπινου Δυναμικού στη Βιομηχανία
Η αντιμετώπιση των ελλείψεων σε ανθρώπινο δυναμικό είναι κρίσιμη για τη βιώσιμη ανάπτυξη της βιομηχανίας.
Η ασυμμετρία προσφοράς και ζήτησης στη βιομηχανία δεν αφορά μόνον την ποσοτική έλλειψη εργαζομένων, αλλά κυρίως την ποιοτική αναντιστοιχία ανάμεσα στις δεξιότητες που διαθέτουν οι εργαζόμενοι και σε αυτές που ζητούν οι εργοδότες. Τα κύρια χαρακτηριστικά της περιλαμβάνουν:
- Έλλειψη τεχνικά εξειδικευμένων επαγγελματιών (ηλεκτρολόγοι, τεχνίτες CNC, μηχανικοί παραγωγής, τεχνικοί αυτοματισμών).
- Ανεπαρκής γνώση ψηφιακών δεξιοτήτων, που είναι πλέον απαραίτητες λόγω της ενσωμάτωσης τεχνολογιών Industry 4.0.
- Χαμηλά ποσοστά δια βίου μάθησης, ειδικά σε ηλικιακές ομάδες άνω των 40 ετών, με αποτέλεσμα τη δυσκολία αναβάθμισης του υπάρχοντος ανθρώπινου δυναμικού.
- Γεωγραφική δυσαρμονία, όπου υπάρχουν διαθέσιμοι εργαζόμενοι σε περιοχές με μειωμένη βιομηχανική δραστηριότητα, αλλά και ελλείψεις προσωπικού σε βιομηχανικά κέντρα.
Απαιτείται συντονισμένη δράση από το κράτος, την εκπαίδευση και τις ίδιες τις επιχειρήσεις, ώστε να διασφαλιστεί ότι το εργατικό δυναμικό του μέλλοντος θα είναι επαρκές, καταρτισμένο και πρόθυμο να συμβάλει στην πρόοδο της εγχώριας βιομηχανίας.
Τέλος το δημογραφικό πρόβλημα αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις για την Ελλάδα, καθώς χαρακτηρίζεται από χαμηλή γεννητικότητα, αυξημένο προσδόκιμο ζωής και έντονη μετανάστευση νέων στο εξωτερικό. Η συρρίκνωση της αγοράς εργασίας περιορίζει την οικονομική ανάπτυξη, δημιουργεί ελλείψεις σε εξειδικευμένο προσωπικό και αυξάνει την πίεση στο ασφαλιστικό σύστημα.
ΣΤΟΧΕΥΜΕΝΑ ΜΕΤΡΑ
|
3. Επενδύσεις και Διαρθρωτικές Μεταρρυθμίσεις για την Ενίσχυση της Ανταγωνιστικότητας και της Παραγωγικότητας
Οι επενδύσεις διαδραματίζουν καίριο ρόλο στην οικονομική ανάπτυξη, καθώς αποτελούν θεμέλιο για την αύξηση της παραγωγικότητας, τη δημιουργία θέσεων εργασίας, την προώθηση της τεχνολογικής εξέλιξης και τη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των πολιτών. Τόσο οι δημόσιες όσο και οι ιδιωτικές επενδύσεις, όταν κατευθύνονται σε τομείς όπως οι υποδομές, η τεχνολογία και το ανθρώπινο κεφάλαιο, δημιουργούν τις προϋποθέσεις για έναν πιο ανταγωνιστικό και αποδοτικό παραγωγικό ιστό.
Τα τελευταία χρόνια η Ελλάδα κατέγραψε σημαντική αύξηση στις επενδύσεις. Από το 2019, όπου οι επενδύσεις αντιστοιχούσαν στο 11% του ΑΕΠ, το ποσοστό αυτό έφτασε το 16% το 2024 – αύξηση της τάξης του 45%. Η δυναμική αυτή αναμένεται να ενισχυθεί περαιτέρω το 2025 και 2026, με την αξιοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης. Ωστόσο, πέρα από την ποσοτική αύξηση, προκύπτουν σοβαρά ερωτήματα για την ποιότητα των επενδύσεων: η πλειοψηφία των ξένων επενδυτικών ροών διοχετεύεται στην αγορά ακινήτων, ενώ η συμμετοχή κεφαλαίων που κατευθύνονται στην ίδρυση ή επέκταση παραγωγικών επιχειρήσεων παραμένει περιορισμένη.
Παρά τις θετικές εξελίξεις, η Ελλάδα εξακολουθεί να παρουσιάζει σημαντικό «επενδυτικό κενό». Είναι γεγονός ότι παρά την σημαντική αύξηση των επενδύσεων δεν υπήρξε αντίστοιχη βελτίωση του δείκτη παραγωγικότητας που παραμένει από τους χαμηλότερους στην ΕΕ
Σύμφωνα με τις εκθέσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο λόγος επενδύσεων προς το ΑΕΠ στη χώρα είναι ο χαμηλότερος στην ΕΕ, με τον μέσο όρο της Ευρωζώνης να βρίσκεται στο 22%. Το γεγονός αυτό υπογραμμίζει την ανάγκη για συνέχιση και εμβάθυνση των προσπαθειών για μεταρρυθμίσεις με στόχο την προσέλκυση επενδύσεων, με έμφαση σε παραγωγικούς και καινοτόμους τομείς.
Από τα ευρήματα της πρόσφατης Έρευνας για τις Επενδύσεις στη Μεταποίηση που πραγματοποιήθηκε από τον ΣΒΕ, τον Μάιο 2025, σε δείγμα 605 μεταποιητικών επιχειρήσεων προκύπτουν πολύτιμα συμπεράσματα:
Συμπεράσματα Έρευνας για τις Επενδύσεις στη Μεταποίηση 2025 Τι χρειάζεται η ελληνική βιομηχανία:
|