Πρόσφατα οι πρόεδροι των 9 κορυφαίων φορέων της, απευθύνατε έκκληση στον πρωθυπουργό για μέτρα στήριξης της βιομηχανίας που δοκιμάζεται από το υπέρογκο ενεργειακό κόστος. Ποια είναι η ανταπόκριση; Τι επιπλέον περιμένετε;
Η ελληνική βιομηχανία εξακολουθεί να προσπαθεί να αντιμετωπίσει τις επιπτώσεις του υψηλού κόστους ενέργειας λόγω της διεθνούς κρίσης. Η αλήθεια είναι πως η στάση της κυβέρνησης στο συγκεκριμένο θέμα, από την πρώτη στιγμή, ήταν στη σωστή κατεύθυνση και έχει αποδώσει καρπούς. Είναι ανάγκη, όμως, όχι μόνο να συνεχίσει με την ίδια λογική, αλλά και να λάβει κι άλλα μέτρα, που θα συμβάλλουν στη διαφύλαξη της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεών μας. Γι’ αυτό και αποστείλαμε προς τον Πρωθυπουργό τη συγκεκριμένη επιστολή. Πιστεύω ότι η Κυβέρνηση κατανοεί την κατάσταση και θα ανταποκριθεί.
Εδώ, βέβαια, θέλω να ξεκαθαρίσω και κάτι ακόμα: Δεν ζητάμε παράλογα πράγματα. Θέση μας είναι ότι η στήριξη πρέπει να συνεχιστεί για όσο υπάρχει ενεργειακή κρίση, αλλά βέβαια χωρίς να υπάρξει δημοσιονομικός εκτροχιασμός. Κάτι τέτοιο θα ήταν καταστροφικό για την οικονομία μας. Ζητάμε στήριξη, λοιπόν, αλλά με λογική. Για το καλό όλων μας.
Πέρα από τη στήριξη για το ενεργειακό κόστος, ποια άλλα μέτρα χρειάζονται ώστε να θωρακιστεί η ανταγωνιστικότητα των ελληνικών επιχειρήσεων;
Οι μεταποιητικές επιχειρήσεις χρειαζόμαστε στήριξη στην πράξη. Πρώτα απ’ όλα για να ανταπεξέλθουμε απέναντι στις αλλεπάλληλες εξωγενείς κρίσεις που αντιμετωπίζουμε σήμερα, αλλά και για να θωρακιστούμε κατάλληλα για ενδεχόμενες μελλοντικές. Και ελπίζω ότι πλέον καταλαβαίνουν όλο και περισσότεροι σε αυτή τη χώρα, ότι στήριξη στη βιομηχανία και την επιχειρηματικότητα δεν σημαίνει στήριξη σε κάποια «μεγάλα συμφέροντα», αλλά στην οικονομία, στην παραγωγή μας, στην κοινωνία μας, στις θέσεις εργασίας, στον καθέναν και την καθεμία μας τελικά. Γι’αυτό και είναι πολύ κρίσιμο το γεγονός ότι η Ελλάδα διαθέτει πλέον επιτέλους -μετά από τόσα χρόνια- τη δική της εθνική στρατηγική για τη βιομηχανία.
Οι προτάσεις μας είναι συγκεκριμένες: Μείωση των εργοδοτικών εισφορών, φορολογικές ελαφρύνσεις, συνέχιση των μεταρρυθμίσεων, για να πάρουμε ανάσες. Παράλληλα, με το βλέμμα στο μέλλον, επείγει και ο σχεδιασμός προγραμμάτων εκπαίδευσης και κατάρτισης για την ανάπτυξη μεσαίων και κατώτερων στελεχών για τη βιομηχανία. Ήδη έχουμε έλλειψη στελεχών, που αν δεν αντιμετωπιστεί, σε λίγα χρόνια μπορεί να τεθεί σε κίνδυνο ακόμη και η βιωσιμότητα των επιχειρήσεών μας.
Και βέβαια, χρειάζεται και να δοθούν κίνητρα για τη μεγέθυνση του πρωτογενούς τομέα και την ανάπτυξη αποτελεσματικών διασυνδέσεων με την εγχώρια μεταποίηση. Γιατί τα μεταποιημένα προϊόντα του πρωτογενούς τομέα μας, μπορούν να είναι υψηλής προστιθέμενης αξίας, διεθνώς εμπορεύσιμα και διεθνώς αναγνωρίσιμα.
Έτσι πρέπει να προχωρήσουμε. Και να μην επιτρέψουμε γειτονικές χώρες να γίνουν πιο ανταγωνιστικές, στηρίζοντας πιο δραστικά από εμάς τις επιχειρήσεις τους.
Τι κλίμα επικρατεί αυτή την περίοδο στον επιχειρηματικό κόσμο της Βόρειας Ελλάδας; Βλέπετε επενδυτικές κινήσεις στον ορίζοντα;
Όπως ξέρετε, ο ΣΒΕ είναι πλέον ένας Πανελλήνιος Σύνδεσμος, με μέλη από όλη την Ελλάδα. Είμαστε, όμως, και ο μόνος κοινωνικός εταίρος με έδρα στη Θεσσαλονίκη. Βλέποντας τη μεγάλη εικόνα, λοιπόν, σε όλη τη χώρα, διαπιστώνουμε ότι οι επενδύσεις έχουν ικανοποιητικό ρυθμό. Στη Β.Ελλάδα υπάρχει μια δυναμική, ιδίως στην περιοχή της Θεσσαλονίκης, που αναμένεται να επεκταθεί και ευρύτερα.
Στην αγορά υπάρχει βέβαια και ένας σκεπτικισμός για τα επόμενα βήματα, που οφείλεται στην ενεργειακή κρίση και, ευρύτερα, στο σύνθετο -και σε κάποια θέματα δυσοίωνο- γεωπολιτικό περιβάλλον που έχει διαμορφωθεί.
Σ’ αυτό το δύσκολο περιβάλλον, χρειαζόμαστε όπλα για να επιβιώσουμε. Ο Αναπτυξιακός νόμος, το Ταμείο Ανάκαμψης και το νέο ΕΣΠΑ, είναι πολύ σημαντικά όπλα για την υλοποίηση παραγωγικών επενδύσεων. Βοήθησαν, βοηθούν και θα βοηθήσουν σε μεγάλο βαθμό.
Σε ποιους επιχειρηματικούς κλάδους – τομείς πρέπει να επικεντρωθεί η αναπτυξιακή προσπάθεια της χώρας;
Σε εκείνους στους οποίους αφενός διαθέτουμε συγκριτικά πλεονεκτήματα και αφετέρου μπορούν να στηρίξουν την ανάπτυξη, δείχνοντας και εξωστρέφεια. Με αυτή τη λογική, η θέση μας ως ΣΒΕ είναι ότι η βιομηχανία πρέπει να επανέλθει στο προσκήνιο της αναπτυξιακής διαδικασίας. Γιατί μπορεί να προσφέρει σταθερές και καλά αμειβόμενες θέσεις εργασίας. Κι αυτός είναι ο πιο σημαντικός λόγος για να υποστηριχθεί κατά προτεραιότητα από την πολιτεία. Άλλωστε, η κρίση της πανδημίας κατέδειξε με εμφατικό τρόπο ότι η αναπτυξιακή μονομέρεια βλάπτει τελικά τις προοπτικές ανάπτυξης της χώρας μας.
Κι αν θέλετε να το προσδιορίσουμε ακόμα περισσότερο, πιστεύω ότι ο αγροδιατροφικός τομέας και ο ευρύτερος τομέας των δομικών υλικών μπορούν να είναι δύο σημαντικοί πυλώνες για την ανάπτυξη της πατρίδας μας. Μάλιστα, οι βιομηχανίες τροφίμων και ποτών αποτελούν έναν ιδιαίτερα κρίσιμο κλάδο για την ελληνική οικονομία, ο οποίος μάλιστα δεν έχει εξαντλήσει τα πολύ μεγάλα περιθώρια ανάπτυξής του. Είναι βασικός πυλώνας ανάπτυξης, εξωστρέφειας και δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας. Ενώ στον ευρύτερο τομέα των δομικών υλικών συμπεριλαμβάνονται σημαντικές μεταποιητικές επιχειρήσεις που παράγουν διεθνώς εμπορεύσιμα προϊόντα, υψηλής τεχνολογίας και υψηλής προστιθέμενης αξίας.
Βέβαια, για να τα καταφέρουν οι επιχειρήσεις μας, πρέπει για άλλη μια φορά να δείξουν προσαρμοστικότητα και, παράλληλα, τα επόμενα χρόνια να απαντήσουν με επιτυχία κυρίως σε τρεις μεγάλες προκλήσεις: τον ψηφιακό μετασχηματισμό, την υιοθέτηση των αρχών της «κυκλικής οικονομίας» και την αναβάθμιση του ανθρώπινου δυναμικού τους, ώστε να γίνουν ακόμα πιο ανταγωνιστικές διεθνώς.
Πέντε σχεδόν μήνες στο «τιμόνι» του Συνδέσμου, πώς καταγράφετε τα προβλήματα, αλλά και τις προοπτικές της επιχειρηματικότητας;
Τα προβλήματα -και οι προκλήσεις- που αντιμετωπίζει η ελληνική οικονομία και, συνεπώς, η επιχειρηματικότητα στη χώρα μας σήμερα, είναι συγκεκριμένα: Ο υψηλός πληθωρισμός, το κόστος της ενέργειας -ιδίως για τις βιομηχανικές επιχειρήσεις- και τα υψηλά επιτόκια δανεισμού επιχειρήσεων και νοικοκυριών. Σε ένα ευρύτερο διεθνές περιβάλλον, έχουμε να αντιμετωπίσουμε επίσης την ύφεση στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης -και ιδίως της Ευρωζώνης- και γενικότερα τη γεωπολιτική αστάθεια στη Νοτιοανατολική Μεσόγειο και τις παρενέργειες της εξέλιξης του πολέμου στην Ουκρανία. Ενώ, βέβαια, έχουμε και το σοβαρότατο πρακτικό πρόβλημα της μειωμένης προμήθειας πρώτων υλών, ενδιάμεσων και τελικών προϊόντων, που παράγονται κυρίως στην Κίνα. Αυτό είναι το περιβάλλον στο οποίο καλούμαστε να λειτουργήσουμε και να δημιουργήσουμε -προερχόμενοι, μάλιστα, μετά από τόσα χρόνια οικονομικής κρίσης και αντιξοοτήτων.
Όμως, αν προχωρήσουμε στο δρόμο που έχουμε περιγράψει στη σημερινή μας συζήτηση -το δρόμο των μεταρρυθμίσεων, της ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας, της εξωστρέφειας, της στήριξης στις επιχειρήσεις για να στηρίξουν με τη σειρά τους την οικονομία και την κοινωνία- τότε μπορούμε να είμαστε, έστω και συγκρατημένα, αισιόδοξοι.
Σε αυτό το περιβάλλον, λοιπόν, ο ΣΒΕ έχει έναν και μόνον στόχο: την ανάπτυξη. Γι’ αυτό συμμετέχει ενεργά και ουσιαστικά στο δημόσιο διάλογο, καταθέτει τεκμηριωμένες προτάσεις, επιδιώκει την αποτελεσματική συνεργασία σε όλα τα επίπεδα. Πιστεύουμε στις προοπτικές της βιομηχανίας, αλλά και του συνόλου του επιχειρείν στη χώρα μας, και εργαζόμαστε για να δημιουργηθεί το κατάλληλο περιβάλλον στο οποίο να μπορούμε όλοι να αναπτυχθούμε.
Ποιες πρωτοβουλίες σχεδιάζετε από πλευράς ΣΒΕ στο επόμενο διάστημα;
Σε μια τόσο κρίσιμη περίοδο, η απόλυτη προτεραιότητά μας είναι η στήριξη των επιχειρήσεων που δοκιμάζονται. Η υποβολή ρεαλιστικών προτάσεων στην κυβέρνηση και η εντατική προσπάθεια να τεθούν σε εφαρμογή. Και η ενεργός συμμετοχή μας, ως κοινωνικός εταίρος, στο θεσμοθετημένο διάλογο για την οικονομία και την κοινωνία.
Πέρα από αυτό το -θα έλεγα- πιο «βαρύ» έργο μας, όμως, λαμβάνουμε και μια σειρά από πρωτοβουλίες για την ενημέρωση των μελών μας, αλλά και για την παρέμβασή μας στη δημόσια σφαίρα. Για το επόμενο διάστημα, θα ξεχώριζα ιδίως τρεις:
Μέσα στο 2023, θα διοργανώσουμε ξανά το γνωστό πλέον «Thessaloniki Summit», που αποτελεί κορυφαίο οικονομικό και πολιτικό γεγονός κάθε χρόνο.
Έχουμε ξεκινήσει, επίσης, μια πρωτοβουλία με τίτλο «Διάλογοι». Με οργανωμένες, υψηλού επιπέδου, συζητήσεις, εκπροσώπων της βιομηχανίας με εξέχουσες προσωπικότητες υψηλού κύρους από το πεδία της οικονομίας, της πολιτικής, της τεχνολογίας, της καινοτομίας, της αγοράς εργασίας, των γραμμάτων και τεχνών.
Τέλος, θα δημιουργήσουμε ένα «Virtual Βιομηχανικό Μουσείο» σε κτίριο που βρίσκεται κοντά στις εγκαταστάσεις του ΣΒΕ και παραχωρήθηκε γι’ αυτόν τον σκοπό από τον Δήμο Θεσσαλονίκης. Το project θα υλοποιηθεί με πόρους του ΣΒΕ και των μελών του. Είναι κάτι που λείπει από τη Θεσσαλονίκη, η οποία έχει πολύ βαριά και σοβαρή ιστορία στη βιομηχανία, που αξίζει να αναδείξουμε.
Είστε ικανοποιημένη από τη ροή ευρωπαϊκών κονδυλίων στις επιχειρήσεις, ιδίως από το Ταμείο Ανάκαμψης; Υπάρχουν πράγματα που πρέπει ενδεχομένως να αλλάξουν, ώστε να διευκολυνθεί η χρηματοδότηση της επιχειρηματικότητας;
Το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας αποτελεί για τη χώρα μας μια μεγάλη πρόκληση. Είναι η ευκαιρία μας να πετύχουμε ρυθμούς βιώσιμης ανάπτυξης για τα επόμενα δέκα χρόνια. Με αυτή τη λογική, ο ΣΒΕ ως υπεύθυνος θεσμικός κοινωνικός εταίρος, είχε εξαρχής υποστηρίξει ότι τα σχετικά κονδύλια πρέπει να κατευθυνθούν κατά προτεραιότητα στην υλοποίηση παραγωγικών επενδύσεων.
Τι εννοώ; Πράσινη και ψηφιακή μετάβαση, ανάπτυξη δράσεων καινοτομίας για την παραγωγή διεθνώς εμπορεύσιμων προϊόντων υψηλής προστιθέμενης αξίας, εκσυγχρονισμό της παραγωγικής διαδικασίας των επιχειρήσεων για την αύξηση της παραγωγικότητας, αντιμετώπιση των προκλήσεων που απορρέουν από την 4η βιομηχανική επανάσταση… Τέτοιες δράσεις μπορούν να υλοποιηθούν μέσω του συνδυασμού πόρων από το ΤΑΑ και από τον νέο Αναπτυξιακό Νόμο.
Και φυσικά, το Ταμείο Ανάκαμψης μπορεί να αξιοποιηθεί και για τη μείωση του ποσοστού ανεργίας και την ανάπτυξη μιας νέας γενιάς επαγγελματιών, που θα διαθέτουν τεχνικές δεξιότητες που σήμερα λείπουν από την εγχώρια αγορά εργασίας. Είναι αυτό το πολύ σοβαρό έλλειμμα, που σας ανέφερα και σε προηγούμενη ερώτησή σας. Κι αποτελεί εξαιρετική επιλογή το ότι ένας από τους τέσσερεις πυλώνες του αναπτυξιακού πλάνου εντοπίζεται αποκλειστικά στη βελτίωση της αγοράς εργασίας.